ΟΙ ΑΣΗΜΑΝΤΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
I.
Είμαστε οι ασήμαντοι άνθρωποι Είμαστε οι βαλσαμωμένοι άνθρωποι Που σκύβουμε όλοι μαζί. Αχυρα γεμάτο το κεφάλι μας. Αλίμονο! Οι άνυδρες φωνές μας, σαν Ψιθυρίζουμε όλοι μαζί Είν' άσκοπες και σιγανές Σαν αγέρας σε γρασίδι ξεραμένο Ή ποντικού πατημασιές σε γυαλιά θρυμματισμένα Στο άδειο μας κελάρι. Άμορφο σχήμα, άχρωμη σκιά Δύναμη παράλυτη, γνέψιμο ακίνητο Κείνοι που διάβηκαν Με μάτια σταθερά, το βασίλειο το άλλο του θανάτου Μας θυμούνται - αν θυμούνται - όχι σα χαμένες Φλογερές ψυχές, αλλά μονάχα Σαν ασήμαντους ανθρώπους Σα βαλσαμωμένους ανθρώπους.
II.
Μάτια που δεν αποτολμώ να συναντήσω στα όνειρα Στ' ονειρικό βασίλειο του θανάτου Αυτά δε φανερώνονται Εκεί είναι τα μάτια Λιόφωτο σε κίονα σπασμένο Εκεί, σαλεύει κάποιο δέντρο Κι υπάρχουνε φωνές Στο τραγούδι του ανέμου Πιο απόμακρες, πιο επιβλητικές Απο κάποιο αστέρι που ψυχορραγεί. Πιο κοντά ας μη βρεθώ Στ' ονειρικό βασίλειο του θανάτου Κι ακόμη ας ντυθώ Σκοπίμως τέτοια μασκαρέματα Ψάθες, φτερά κοράκου, τρίχωμα ποντικού Σ' ένα λιβάδι Έχοντας το φέρσιμο του ανέμου Όχι πιο κοντά Όχι το στερνό τούτο συναπάντημα Εκεί που βασιλεύει το μισοσκόταδο.
III.
Αυτή η χώρα είναι νεκρή Αυτή η χώρα είναι του κάκτου Εδώ των βράχων οι εικόνες Ιστορούνται, εδώ δέχονται Την ικεσία χεριών νεκρού Κάτω απ' τη στίλβη αστεριού που ψυχορραγεί. Είναι μήπως έτσι Στο βασίλειο το άλλο του θανάτου Ξυπνώντας ολομόναχοι Τη στιγμή που Λιγώνουμε απο τρυφερότητα Χείλη που θα φιλούσαν Προσεύχονται σε τσακισμένες πέτρες.
IV.
Δεν είν' εδώ τα μάτια Μάτια δεν έχει εδώ Σε τούτη την κοιλάδα όπου πεθαίνουν άστρα Σε τούτη την ασήμαντη κοιλάδα Στο τσακισμένο αυτό σαγόνι των ρημαγμένων μας ρηγάτων Σ' αυτό τον τόπο του στερνού συναπαντήματος Ψάχνουμε στα τυφλά μαζί Και τις κουβέντες αποφεύγουμε Στην όχθη συναγμένοι αυτού του φουσκωμένου ποταμού Τυφλοί, εκτός κι αν Ξαναφανούν τα μάτια Σαν το παντοτινό αστέρι Τριαντάφυλλο εκατόφυλλο Του μισοσκότεινου βασίλειου του θανάτου Ελπίδα μόνον Των αδειανών ανθρώπων.
V.
Γύρω τριγύρω απ’ τη συκιά Φραγκοσυκιά - φραγκοσυκιά
II.
Μάτια που δεν αποτολμώ να συναντήσω στα όνειρα Στ' ονειρικό βασίλειο του θανάτου Αυτά δε φανερώνονται Εκεί είναι τα μάτια Λιόφωτο σε κίονα σπασμένο Εκεί, σαλεύει κάποιο δέντρο Κι υπάρχουνε φωνές Στο τραγούδι του ανέμου Πιο απόμακρες, πιο επιβλητικές Απο κάποιο αστέρι που ψυχορραγεί. Πιο κοντά ας μη βρεθώ Στ' ονειρικό βασίλειο του θανάτου Κι ακόμη ας ντυθώ Σκοπίμως τέτοια μασκαρέματα Ψάθες, φτερά κοράκου, τρίχωμα ποντικού Σ' ένα λιβάδι Έχοντας το φέρσιμο του ανέμου Όχι πιο κοντά Όχι το στερνό τούτο συναπάντημα Εκεί που βασιλεύει το μισοσκόταδο.
III.
Αυτή η χώρα είναι νεκρή Αυτή η χώρα είναι του κάκτου Εδώ των βράχων οι εικόνες Ιστορούνται, εδώ δέχονται Την ικεσία χεριών νεκρού Κάτω απ' τη στίλβη αστεριού που ψυχορραγεί. Είναι μήπως έτσι Στο βασίλειο το άλλο του θανάτου Ξυπνώντας ολομόναχοι Τη στιγμή που Λιγώνουμε απο τρυφερότητα Χείλη που θα φιλούσαν Προσεύχονται σε τσακισμένες πέτρες.
IV.
Δεν είν' εδώ τα μάτια Μάτια δεν έχει εδώ Σε τούτη την κοιλάδα όπου πεθαίνουν άστρα Σε τούτη την ασήμαντη κοιλάδα Στο τσακισμένο αυτό σαγόνι των ρημαγμένων μας ρηγάτων Σ' αυτό τον τόπο του στερνού συναπαντήματος Ψάχνουμε στα τυφλά μαζί Και τις κουβέντες αποφεύγουμε Στην όχθη συναγμένοι αυτού του φουσκωμένου ποταμού Τυφλοί, εκτός κι αν Ξαναφανούν τα μάτια Σαν το παντοτινό αστέρι Τριαντάφυλλο εκατόφυλλο Του μισοσκότεινου βασίλειου του θανάτου Ελπίδα μόνον Των αδειανών ανθρώπων.
V.
Γύρω τριγύρω απ’ τη συκιά Φραγκοσυκιά - φραγκοσυκιά
Γύρω τριγύρω απ’ τη συκιά
Στις πέντε το πρωί
Ανάμεσα στην ιδέα και στην πραγμάτωση
Ανάμεσα στην κίνηση και στην πράξη
Πέφτει η σκιά
Ανάμεσα στην σύλληψη και στην δημιουργία
Ανάμεσα στην συγκίνηση κι στην απόκριση
Πέφτει σκιά
Μεγάλη ειν’ η ζωή πολύ
Ανάμεσα στον πόθο και στον σπασμό
Ανάμεσα στο σθένος και στην ύπαρξη
Ανάμεσα στην ουσία και στην πτώση
Πέφτει σκιά
Ότι Σου εστίν η Βασιλεία
Ότι Σου εστίν Η ζωή
εστί Ότι Σου εστίν η ζωη
Με τούτο τον τρόπο τελειώνει ο κόσμος
Με τούτο τον τρόπο τελειώνει ο κόσμος
Με τούτο τον τρόπο τελειώνει ο κόσμος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου